-
1 разгрузка
1. (опорожнение) η εκφόρ-τωσ/η, το ξεφόρτωμα, το άδειασμα *во время - и στην διάρκεια της - ηςпричал для - и κρηπίδωμα/αποβάθρα για -2. (уменьшение нагрузки) η μείωση (του φορτίου) 3. (вываливание, сваливание) η απόθεση, η εναπόθεση. - в отвал - στη χωματερήРусско-греческий словарь научных и технических терминов > разгрузка
-
2 плата
1. (денежный взнос за услуги) η πληρωμή, το τίμημα, η αμοιβήбез дополнительной - ы χωρίς συμπληρωματική -, освобождение от - ы απελευθέρωση από την -арендная - για ενοικίαση/μίσθωση, το μίσθιο/ενοίκιοзаработная - ο μισθός, οι αποδοχές (πλ.)поразговорная (тлф) - βάσει του χρόνου συνδιάλεξης 2 (диэлектрическая пластина) η διηλεκτρική πλάκαРусско-греческий словарь научных и технических терминов > плата
-
3 перестоять
-стою, -стоишьρ.σ.1. στέκομαι (ώσπου να περάσει)•перестоять бурю в порту στέκομαι (παραμένω) στο λιμάνι ώσπου να περάσει η τρικυμία.
2. παραστέκομαι, πολυκαιρίζω.1. παραστέκομαι, πολυκαιρίζω, φθείρομαι.2. παραμένω, διατηρούμαι πέρα από το κανονικό όριο.